Chris Birch

Riding motorbikes is supposed to be fun.
People start getting carried away with trying to find the right sponsors, trying to win, beat all of their mates and all of that.
You have to remember why you got into dirt bikes to begin with. It’s all about the joy of riding the bike and ripping around in the bush.

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Άρνηση

Σήμερα το πρωί, είχα κανονίσει με τον Σταύρο να πηγαίναμε για πρωινή βόλτα στην Βαρυμπόμπη. Είχα χαρεί πολύ, γιατί από καιρό ήθελα να καβαλήσω και η Βαρυμπόμπη είναι όλο δέντρα και σκιά, οπότε θα αργούσαμε αρκετά να βράσουμε μέσα στα κράνη μας.
Ξυπνητήρι 6.40 για να είμαι στον Σταύρο στις 8.00. Όλα υπολογισμένα, είχα βρει τις μπότες και την στολή από την τελευταία κρυψώνα που τα είχε "τακτοποιήσει" η φοβερή μανούλα μου.
Το μόνο που δεν είχα υπολογίσει, ήταν η άρνηση.
Ξύπνησα το πρωί και με τα που σκέφτηκα να ντυθώ, ένοιωσα να μου πέφτει η πίεση. Ένοιωσα αδυναμία, ίλιγγο, κρυάδες. Ώπα, κάτσε λίγο να συνέλθεις, μου πρότεινα. Όσες φορές προσπάθησα να σηκωθώ από το κρεβάτι, πόναγε όλο μου το σώμα, όπως πονάει κανείς μετά από μια σοβαρή κατανάλωση αλκοόλ και χανγκόβερ. Και ζάλη. Δεν είχα δύναμη να κουνήσω.
Άρχισα να σκέφτομαι οτι ίσως να μην πάω σήμερα βουνό - εδώ δεν μπορώ να σταθώ, τι, θα σπρώχνω ή σηκώνω το ΚΤΜ? Και μόνο που το σκεφτόμουν, πόναγα παντού και ζαλιζόμουν. Κάπως έτσι, πήρα απόφαση οτι σήμερα δεν καβαλάω. Και πρέπει να στείλω στον Σταύρο οτι εγώ είμαι οφφ.
Με το που το σκέφτηκα, ένοιωσα αμέσως καλύτερα. Τόσο καλύτερα, που σκέφτηκα οτι θα το μετανιώσω αν δεν πάω, και ίσως να προσπαθήσω να σηκωθώ και να ντυθώ. Αμέσως, ξανά χάλια.
Όσες φορές σκεφτόμουν οτι δεν θα καβαλήσω, ηρεμούσε το μυαλό μου, το στομάχι μου και το σώμα μου. Όσες φορές σκεφτόμουν να δοκιμάσω να καβαλήσω, όλο το είναι μου ήταν μια άρνηση. 

Αναγκάστηκα μετά από μισή ώρα, να στείλω στον Σταύρο ένα μήνυμα που επικαλούνταν "χαμηλή πίεση". Εν μέρη, ήταν αλήθεια. Μου έπεφτε και η πίεση όσο σκεφτόμουν να σηκωθώ. 
Και κάπως έτσι, ξανακοιμήθηκα έναν άθλιο ύπνο με εφιάλτες, για να ξυπνήσω πάλι κατά τις 10.00

Σηκώθηκα κάπως μουδιασμένη, παραπάτησα μέχρι την κουζίνα να πιω νερό και να φάω τίποτα, έκανα και κάτι ψιλοδουλειές. Όσο σκεφτόμουν τα πρωινά, στεναχωριόμουν. Τι διάολο ήταν αυτό? Από πού ήρθε και γιατί?
Κυρίως "γιατί". Δεν ξέρω. Δεν κατάλαβα - ακόμα δεν έχω καταλάβει γιατί αντέδρασε τόσο το μυαλό μου.

Κατά το μεσημέρι, αποφάσισα να καβαλήσω, ήθελα δεν ήθελα. Όσο ντυνόμουν, ήταν σαν να με εξανάγκαζα να φορέσω τα πάντα. Με το ζόρι οι επιγονατίδες, με το ζόρι το παντελόνι, με το ζόρι ο θώρακας. Το μυαλό μου προσπαθούσε ταυτόχρονα να μου βρει δικαιολογίες να μην καβαλήσω, "προβάλλοντας" εικόνες από άδεια και βαρετά πιστάκια γεμάτα σκόνη και ήλιο, ενώ την ίδια στιγμή προσπαθούσε να δώσει εντολή "μην σκέφτεσαι τίποτα και ντύσου".
Εν τέλη, ντύθηκα και κατέβηκα να βάλω μπροστά το ακρίδι. Παρατημένο για 2 μήνες, είχε πιάσει ιστό και 2 αράχνες με μεγάλα και λεπτά πόδια βόλταραν σαν μανεκέν. Δεν μπήκα στον κόπο να τις διώξω.
Το έβαλα με λίγη προσπάθεια μπροστά και ξεκίνησα. 

Εντάξει. 
Μέχρι την ώρα που γύρισα, είχα λύσει τα όποια "ψυχολογικά" είχα όταν ξύπνησα. Είχα ευχαριστηθεί οδήγηση, αν και μόνη μου, είχα δοκιμάσει και πειραματιστεί με διάφορες ιδέες, πήγα για έναν ενδιάμεσο καφέ με την ξαδέλφη μου και επέστρεψα να κάνω μερικούς γύρους ακόμα, συν τους γύρους στο ΜΧ κομμάτι, με το αλματάκι που ευτυχώς δεν έχει διαλυθεί ακόμα.
Χάρηκα που μου έφυγε όλος αυτός ο.... πώς να το πω.... ο τρόμος? η άρνηση? ο πανικός? Ο,τι κι αν ήταν αυτό που με έπιασε σήμερα το πρωί, έφυγε μέχρι το απόγευμα που γύρισα το ακρίδι στο σπίτι.

Θέλω να ελπίζω οτι δεν θα το ξαναζήσω αυτό, όχι στις μηχανές, αλλά και σε οτιδήποτε άλλο - και θέλω να ελπίζω πως ο καιρός θα εξακολουθήσει να είναι καλός, μπας και προλάβω να ξανακαβαλήσω - έστω μεσοβδόμαδα :)