Chris Birch

Riding motorbikes is supposed to be fun.
People start getting carried away with trying to find the right sponsors, trying to win, beat all of their mates and all of that.
You have to remember why you got into dirt bikes to begin with. It’s all about the joy of riding the bike and ripping around in the bush.

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

Πάσχα

Δεν ξέρω αν το είχατε κι εσείς όταν ήσασταν μικροί, εμένα πάντως η Νονά μου όσο ήμουν πιτσιρίκι, με έπαιρνε πριν το Πάσχα για να μου πάρει παπούτσια - για την Λαμπρή έλεγε, για να κάνω Ανάσταση.
Ποτέ δεν κατάλαβα τι σχέση είχαν τα παπούτσια μου, με το ατελείωτο περπάτημα σε διάφορα εμπορικά, με την Ανάσταση. Την λαμπάδα, οκ, το καταλάβαινα. Αλλά τα παπούτσια και το σοκολατένιο αυγό, από παιδί ακόμα, παρέμεναν μυστήριο για μένα, πού κολλούσαν στην όλη φάση.
Πλην όμως, παρόλο που υπέφερα - και ακόμα υποφέρω, να με πηγαίνουν για ψώνια, αγαπούσα πολύ την νονά μου και έτσι, μια φορά τον χρόνο που με έπαιρνε για βόλτα, δεν διαμαρτυρόμουν. Κατέληγα με ένα ζευγάρι παπούτσια που φόραγα για μια Άνοιξη, άντε βαριά δύο. Είπαμε, πιτσιρίκι. Μεγάλωνα γρήγορα.

Φέτος, μετά από πολλά χρόνια που έχει καταργηθεί η συνήθεια αυτή, έγινε το εξής: οι αγαπημένες μου γυναικείες Thor μποτούλες, μετά από περίπου 3 χρόνια που τις έχω, άρχισαν να κλατάρουν... λίγο που φεύγουν τα κουμπώματα, λίγο που έχει τσακίσει το δέρμα και χώνεται στο δικό μου, λίγο που οι σόλες πια έχουν φαγωθεί ως εκεί που δεν πάει... Ε είπα να κάνω φέτος να τις αλλάξω.

Με κάθε επιφύλαξη, μιας και είναι αντρική μπότα, παρήγγειλα τις Alpinestars Tech 5... Η Μαρία έχει τις Tech 3, οι οποίες βγαίνουν και σε γυναικείες, αλλά ο Στράτος μου πρότεινε τις 5, ως πιο καινούργιας τεχνολογίας προϊόν. Τον άκουσα. Επίσης, μου πρότεινε να μην τις πάρω άσπρες, μιας και θα τις φορέσω μια φορά και ποτέ ξανά δεν θα τις δω άσπρες. Εκεί δεν τον άκουσα - παρόλο που καταλαβαίνω τι εννοούσε. ΑΛΛΆ αγαπάμε άσπρες μπότες, τι να γίνει...

Χθες λοιπόν, έφτασε η παραγγελία με τις μποτούλες μου... Είχα έναν φόβο να πω την αλήθεια, οτι θα είχε γίνει το κλασσικό μπέρδεμα με τα ευρωπαϊκά και τα αμερικάνικα νούμερα, αλλά όχι, όλα ήταν σωστά...
Κι έτσι, έκανα φέτος Λαμπρή, άνευ νονάς βέβαια, αλλά πολύ τις χάρηκα :)



Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Ο Δεκάλογος του Chris Birch: Τι να ΜΗΝ κάνουμε όταν καβαλάμε στο χώμα

Το κείμενο εδώ από την Redbull

 "Riding motorbikes is supposed to be fun. People start getting carried away with trying to find the right sponsors, trying to win, beat all of their mates and all of that. You have to remember why you got into dirt bikes to begin with. It’s all about the joy of riding the bike and ripping around in the bush"

Ο δεκάλογος, συνοπτικά και σε ελεύθερη μετάφραση:
  1. Μη μείνεις από βενζίνη
  2. Μη ξεχάσεις τα εργαλεία σου
  3. Μη ξεχάσεις να τσεκάρεις την πίεση στα λάστιχα
  4. Μην αφήνεις την παρέα/ ομάδα
  5. Μην αφήνεις το κράνος σου σε πλαγιά
  6. Μη πηδάς κάτι που δεν έχεις δει τι έχει από την άλλη
  7. Μη κοιτάς πίσω
  8. Μη ξεχάσεις να πεις σε κάποιον πού πας, αν βγεις μόνος
  9. Μη βάζεις λάθος λάστιχα σε λάθος συνθήκες
  10. Μη ξεχνάς οτι η οδήγηση στο χώμα, είναι ευχαρίστηση 

After the race

Μπουγάδα την στολή, πλύσιμο τις μπότες, καθάρισμα το κράνος, μάσκα προσώπου, μάσκα μαλλιών, χάιδεμα την παραπονεμένη γάτα, τακτοποίηση ρούχων στην ντουλάπα, μποτών στο κουτί τους, κράνους στην θήκη του. Μανικιούρ και επαναφορά στην καθημερινότητα...















Πλύσιμο ΚΤΜ, χάιδεμα σέλας και τιμονιού, παίνεμα και ανανέωση όρκων πίστης και αγάπης, και εναπόθεσή του στο Paddock512, για μια μικρή περιποίηση... 
Θέλει και το μικρό μου το beaute του, πώς να το κάνουμε δηλαδή... Ευτυχώς ο Χάρης φαίνεται ενθουσιασμένος (?!?!) στην προοπτική να ασχοληθεί μαζί του...

Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

2ος αγώνας Scramble Νοτίου Ελλάδος - ανήμερα!

Αθήνα - Καρυές, 5 Απριλίου 2015
Και ναι, ξημερώνει Κυριακή !!!
Με ελάχιστες ώρες ύπνου, με μια γάτα να μου ζεσταίνει το κρεββάτι και να κάνει τον αποχωρισμό μου από την κουβέρτα ακόμα πιο δύσκολο, σηκώθηκα σκουντουφλώντας, ντύθηκα μηχανικά, πήρα το κουτάκι των φακών στην τσάντα και κατέβηκα να δω αν το ΚΤΜ ήταν ακόμα στον κήπο μου.

Με ανακούφιση είδα οτι ακόμα εκεί ήταν, οπότε φόρτωσα μηχανάκι, τσάντες και εαυτόν στο φορτηγάκι του Στράτου, και ξεκινήσαμε για Καρυές!
Από την διαδρομή, θυμάμαι μόνο τα μάτια μου να κλείνουν. Κάποια στιγμή στα διόδια πετύχαμε τον Γιώργο στο δρόμο, και του έκανα ενθουσιώδεις χειρονομίες τύπου "γεια σου" και "πού είναι η Ηρώ?!?!!", για να εισπράξω τις αντίστοιχες χειρονομίες οτι "γεια και σε εσάς" και "εδώ, κοιμάται"...  Προχωρώντας στον δρόμο, κάναμε μια στάση για καφέ - έβαλα και τους φακούς μπας και άνοιγαν τα μάτια μου, και για πρώτη φορά συνειδητοποίησα οτι δεν είχα το γνωστό γαργάλημα στο στομάχι, ούτε τον κρύο ιδρώτα στα χέρια. Γενικά, το άγχος μου συνήθως εκφράζεται στον οργανισμό μου με πτώση της πίεσης σε βαθμό που με πιάνει υπνηλία. Αυτή την φορά, δεν είχα νύστα, είχα αρρυθμίες...

Πλησιάζοντας στις Καρυές, μου στέλνει η Ηρώ μήνυμα οτι χάλασε το αμάξι τους, και περιμένουν την Οδική. Η ξενέρα που έφαγα, πρέπει να έφτασε μέχρι την Κρήτη - ίσως και ακόμα παραπέρα... Η Ηρώ ήταν η πρώτη που ψήθηκε να τρέξει τον αγώνα αυτόν, και που άρχισε να μας ψήνει κι εμάς, ήταν η πιο ενθουσιώδης και σίγουρα, η πιο αποφασισμένη για την συμμετοχή της. Από την Δευτέρα που άνοιξαν οι συμμετοχές, είχε δηλωθεί κανονικά και με τον νόμο, και μου έριχνε και παντοφλιές που αργούσα να δηλώσω. Και να σου κάτσει ανήμερα του αγώνα ΤΕΤΟΙΑ γκαντεμιά, ενώ έχεις φτάσει τόσο κοντά... Δεν ήξερα τι να πω. Προσωπικά, σε στιγμές τέτοιας ατυχίας, προτιμώ να μην μου μιλάει κανένας και για τίποτα, οπότε μετά από μια σύντομη ανταλλαγή sms, είπα να την αφήσω στην ησυχία της...

Η διοργάνωση
Φτάνοντας  έπαθα πλάκα με το μέρος. Απίστευτη φύση. Καημένο παιδί της πόλης εγώ, με το που βλέπω βουνό να γεμίζει το μάτι και πρασινάδα και χώμα παχύ, νοιώθω σαν παιδάκι που το αφήνουν στο πάρκο - θέλω να τρέξω προς οποιαδήποτε κατεύθυνση...
Ξεφορτώσαμε τα μηχανάκια με τον Στράτο και όσο αυτός έφτιαχνε το δικό του για τον τεχνικό έλεγχο, χαζολογούσα εγώ λίγο ένα γύρο τον κόσμο... Σε σχέση με όλες τις προηγούμενες φορές που έχω πάει να δω ή να τρέξω αγώνα, αυτό που γινόταν, δεν είχε καμία σχέση. Πρώτα πρώτα, ήταν όλοι χαλαροί, χαμογελαστοί, κάναν την πλάκα τους. Σου έβγαζαν τόσο θετική ενέργεια, που μέχρι κι εγώ, το υπεραγχώδες πλάσμα, όχι μόνο χαλάρωσα, αλλά άρχισα να περνάω ωραία. Δεν ήξερα κανέναν, αλλά παρ'όλα αυτά, όλοι πέρναγαν και χαιρετούσαν χαμογελαστοί.
Κάποια στιγμή βλέπω και τον Μίνω να φτάνει με την Τίμη και σαν να ησύχασα κάπως - γιατί μέσα σ'όλα είχα και την στεναχώρια μην κάτσει η οποιαδήποτε άλλη στραβή και τελικά δεν μπορέσει να έρθει και η Πολυτίμη.
Το ΚΤΜ μου πέρασε τον τεχνικό έλεγχο και το έστησα δειλά δειλά στο παρκ φερμέ, μόνο του. Τα μαύρα φόντα ήταν στημένα εκεί, τα κόκκινα παραδίπλα, τα κίτρινα παραπέρα, το μπλε από την άλλη... τα ροζ πού διάολο πήγαινε? Το άφησα εκεί που ο Στράτος αποφάσισε οτι είχε τις λιγότερες πιθανότητες να πέσει από το σταντ του...
Και μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες, άκουγα κάποιον να φωνάζει οτι "όσοι είναι να.(....κάτι που δεν ακουγόταν) να έρθουν πίσω από την εκκλησία για ενημέρωση διαδρομής". Σαν καλό παιδί λοιπόν, ακολούθησα τις οδηγίες και πήγα πίσω από την εκκλησία για την ενημέρωση της διαδρομής. Πλην όμως, δεν αφορούσε τους οδηγούς η έκκληση, αλλά τους εθελοντές, κριτές και βοηθούς της διοργάνωσης. Όπου εντυπωσιάστηκα με το πόσοι πολλοί και ΠΟΛΛΕΣ ήταν, και πόσο καλά τους είχαν οργανώσει. Ο καθένας τους είχε έναν φάκελο που δεν ξέρω τι άλλα χαρτιά είχε, αλλά είχε σίγουρα χάρτη της περιοχής με σηματοδοτημένη την διαδρομή και σημειωμένα και αριθμημένα τα σημεία που θα στεκόταν ο καθένας. Και αφού επιβεβαιώθηκε οτι όλοι είχαν τα σωστά χαρτιά και ήξεραν ακριβώς πού να πάνε, έγινε μια επανάληψη του πότε και πώς θα χρησιμοποιούν την κίτρινη σημαία, και τι θα κάνουν σε περίπτωση που εγκαταλείψει αθλητής, και διάφορα άλλα. Απλές αλλά εξαιρετικά σαφής απαντήσεις σε ερωτήσεις των εθελοντών.
Παράλληλα, είχαν φροντίσει να υπάρχει μουσική, σε ένταση που δεν σου έπαιρνε τα αυτιά, αλλά την άκουγες ακόμα κι όταν οδηγούσες, διασκεδάζοντας έτσι και τους - ΠΟΛΛΟΥΣ - θεατές. Α ναι, κι αυτό... Είχε πάααααααρα πολύ κόσμο για θεατές... Εντάξει, μιλάω εκ πείρας ατόμου που έχει τρέξει 2-3 αγώνες εντούρο, πιο αργά κι από σαλιγκάρι και όοοοοοοοταν έφτανε στις ειδικές, ήμουν απλά εγώ, το χρονόμετρο και τρεις τέσσερις άνθρωποι να απορούν "μα πού ήσουν εσύ". Αλλά και πάλι, ξαναλέω, και προς τιμήν της διοργάνωσης, είχε πάρα πολλούς θεατές, και πάρα πολλούς εθελοντές. Και πολύ καλά οργανωμένους μεταξύ τους!
Σε όλη την διάρκεια του αγώνα, ανά 100 μέτρα περίπου, είχε άτομα της διοργάνωσης, που όχι μόνο ήταν εκεί για τον αγωνιζόμενο, αλλά φώναζαν και χειροκροτούσαν και γενικά, σε στήριζαν ψυχολογικά - και αυτό όταν τρέχεις και είσαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Για εμένα τουλάχιστον. Και πραγματικά, τους ευχαριστώ όλους όσους με τον τρόπο τους με βοήθησαν να τερματίσω, από τα παιδιά που μου φώναξαν μπράβο όταν είχε αρχίσει να με παίρνει από κάτω, τον ουραγό που έκατσε πίσω μου στην αρχή μέχρι να βεβαιωθεί οτι δεν θα σκοτωθώ πουθενά - πρέπει να απελπίστηκε μαζί μου κάποια στιγμή, μέχρι τις χαμογελαστές κοπέλες της Γραμματείας, που χάρηκαν τόσο που είδαν γυναικείες συμμετοχές στον αγώνα τους.

Είχαν φροντίσει μέχρι και για βίντεο κάλυψη του αγώνα...



Ο αγώνας
Και φτάνει η στιγμή, όπου ξεκινούν οι πρώτες κατηγορίες τον αναγνωριστικό γύρο. Οι αρρυθμίες μου συνεχίζονταν σε εκνευριστικό βαθμό, αλλά είχα αποφασίσει οτι αφού δεν με πόναγε κάτι, να τις αγνοήσω. Σαν αυτό που γίνεται όταν "παίζει" ένας μυς ή το μάτι σου, και ναι μεν δεν σε πονάει, αλλά αν γίνεται για πολλή ώρα, είναι σπαστικό!
Στο τελείωμα του αναγνωριστικού, και πριν μαζευτούν όλοι για να δώσουν την πρώτη εκκίνηση, προλαβαίνει ο Στράτος και μας λέει οτι έχει από πίσω κάτι ανηφόρες. Και να μην κλείσουμε το γκάζι. Μάλιστα... Σαν οδηγίες, απλές ακούγονται, αλλά ξέροντας το ρημάδι το κεφάλι μου, κάτι μέσα μου μου έλεγε πως με το που θα έβλεπα τις ανηφόρες, απλά θα το έκλεινα. Προσπάθησα όμως να μην τα σκέφτομαι αυτά, και αφού κάτσαμε με τα κορίτσια και είδαμε την εκκίνηση, και τον πρώτο γύρο με το πέρασμα από το ποτάμι, πήγαμε εις αναζήτηση του ιερού καφέ. Και τουαλέτας - ναι αν είσαι κοπέλα, αυτό είναι πρόβλημα, αν είσαι αγόρι, απλά προσέχεις να μην φυσάει κόντρα. Επιστρέψαμε στον αγωνιστικό χώρο πιο χαλαρές και με τους σωστούς καφέδες για τα σωστά άτομα, και αρχίσαμε να ντυνόμαστε. Τραβήξαμε και κάτι βιντεάκια, κάναμε και λίγο κερκίδα σε φίλους αγωνιζόμενους. Η Τίμη δηλαδή, γιατί εγώ πάσχω λίγο στην αναγνώριση. Μια φορά παραλίγο να φωνάξω σε άγνωστο άνθρωπο που τον πέρασα για τον Μίνω, όλες τις υπόλοιπες φορές τον Στράτο τον καταλάβαινα αφού μας είχε προσπεράσει και είχα δει το 333 στα πλάγια της μηχανής. Τίποτα, είμαι άχρηστη σε κάτι τέτοια...

Μίνως
Τέλος πάντων, έρχεται η ώρα, στηνόμαστε για εκκίνηση, συνεχίζονταν οι αρρυθμίες, άρχιζε να θολώνει η μάσκα, κάπου χάζευα να πω την αλήθεια, δεν είδα ποτέ την σημαία που ήταν κάπου μπροστά. Απλά κάποια στιγμή είδα οτι όλοι καβαλούσαν μηχανάκια - για πότε ξεκίνησαν όλοι και δεν έπαιρνε μπροστά το χαμένο το δικό μου και έβριζα από μέσα μου - και τελικά πήρε και ξεκίνησα και τους έφτασα λίγο, και έγινε ένας μικρός χαμός που πέσανε κάποιοι κάπου και οι άλλοι από πίσω περιμέναμε και άντε μετά προσπεράσεις και λοιπά και λοιπά και τα κτήνη τα τετράχρονα έκαναν μια μπραφ και εξαφανίστηκαν, κι έμεινα εγώ και το ακριδάκι μου πίσω...
SW - getting ready 
Δεν θυμάμαι και πολύ καθαρά τι έγινε και πότε, το μόνο σίγουρο που θυμάμαι ήταν οτι στις ανηφόρες δεν υπήρχε πρόβλημα, κανένα. Να 'ναι καλά δηλαδή το καινούργιο λάστιχο που μου έβαλε ο Στράτος, αλλά ειλικρινά, ούτε που με προβλημάτισαν. Αντιθέτως, στις παλιές μου φίλες και γνώριμες, τις κατηφόρες, είχαμε τα γνωστά θέματα. Και κατα συνέπεια, τούμπα εδώ, τούμπα εκεί, τούμπα παραπέρα, ο δόλιος ο ουραγός πρέπει να είχε φρικάρει πίσω μου. Ιππότης όμως, έκατσε στην αναγνώριση και τον πρώτο γύρο του αγώνα μαζί μου - να σιγουρευτεί μάλλον οτι δεν θα φύγω ευθεία σε κανέναν γκρεμό, να με ψάχνουν μέχρι τα μεσάνυχτα.
Μετά τον πρώτο γύρο, αποφάσισα να αποχωριστώ την μάσκα μου, μιας και δεν έβλεπα τίποτα. Μα ανηφόρα είχε μπροστά μου, κατηφόρα, στροφή ή ίσιωμα, όλα μου φαίνονταν το ίδιο: καφέ και θολωμένα. Λίγο το χτίσιμο που έφαγα από τους μπροστά στην εκκίνηση, λίγο που έξω έκανε κρύο, μέσα φουτζίτσου και είχε θολώσει, απορώ πως δεν πήρα αγκαλιά κάθε δέντρο στις στροφές. Πετάω μάσκα λοιπόν, και Ω για δες?! Εδώ έχει πέτρες, εκεί έχει λούκι, κοίτα να δεις ρε παιδί μου τι έχανα...
Τολμώ να πω, οτι μέσα σε 45' έκανα μόνο τρεις γύρους. Κάπου 13+ λεπτά τον γύρο. Από την μια, είναι να με μουτζώνω, από την άλλη βέβαια, κατάφερα να τερματίσω και επιπλέον, στην υποθετική περίπτωση που δεν έτρωγα όλες αυτές τις ηλίθιες τούμπες του τύπου μου-μιλάει-κάποιος-και-επειδή-δεν-είναι-ευγενικό-να-αγνοείς-όσους-σου-μιλάνε-γύριζα-κεφάλι-να-δω-τι-λένε-και-στα-επόμενα-δευτερόλεπτα-είχα-πέσει, ίσως να είχα και καλύτερους χρόνους.
Τι να πω και για το δόλιο το μηχανάκι μου, το καλό μου, που το έβαλα να τρέξει με τα θηρία, αυτό το τόσο αέρινο και πουπουλένιο διχρονάκι μου...
Σε μια φάση, είχα αρχίσει να αναρωτιέμαι...
Μα πού πήγαν όλοι? Γιατί τρέχω μόνη μου? Πω ρε φίλε, κοίτα να δεις που κάποια μαλακία θα έγινε τώρα που άρχισε να βρέχει, και έχουν διακόψει τον αγώνα, και εγώ δεν έχω πάρει χαμπάρι και συνεχίζω σαν τον μαλάκα μόνη μου, και θα με ψάχνουν οι άνθρωποι...
Μετά βέβαια, θυμήθηκα όλες τις οδηγίες που είχαν λάβει οι συμμετέχοντες εθελοντές και κριτές, και όσο τους έβλεπα οτι δεν μου κάναν νοήματα να σταματήσω, αποφάσισα να κόψω τις εσωτερικές βλακείες. Αφού δεν με είχαν προσπεράσει ακόμα όλοι, από 2-3 φορές ο καθένας, τουλάχιστον ας προσπαθούσα όσο μπορούσα, να το καθυστερήσω. Και κάπως έτσι, πέρναγα τα "πίσω" κομμάτια, όπου ο,τι δεν ήταν ανηφόρα ή κατηφόρα, ήταν σαμάρι... Στα "μπροστά" κομμάτια, ξεκούραζα χέρια. Με το που έμπαινε το μηχανάκι στο ποτάμι, το πάταγα καλά κάτω και ξεκούραζα τα χέρια μου, κρατώντας νοερές σημειώσεις, οτι κάπου αλλού πρέπει να ρυθμίσω τις ρημάδες τις μανέτες. Στο γρασιδάκι της ευθείας μπροστά από τον ανεφοδιασμό, είχα δει τον Μίνω και τον Στράτο, οπότε πήγαινε η δικιά σου όσο πιο κυρία και τάπα μπορούσε. Ζω πεθαίνω τα πίσω, τέρμα γκάζι τα μπροστά - να δείξουμε ρε παιδάκι μου οτι πάμε γρήγορα αν τύχει και βρούμε καμιά ευθεία στρωμένη...

Τελικά η οδήγηση χωρίς μάσκα, κάνει ρυτίδες...
Άλλοι το λένε τερματισμό - άλλοι το λένε και οριακά-γλίτωσες-ρήξη-χιαστών...
Το βλέμμα ορφανού κουταβιού που λέγαμε...
Πέραν της πλάκας πάντως, ήταν μια πολύ ωραία διαδρομή - αν και ήταν γεμάτη με προειδοποιητικά θαυμαστικά σήματα, που μέχρι να ξεψαρώσω, όντως πάταγα τέρμα το φρένο και αναρωτιόμουν τι χαμό θα είχε παρακάτω.
Παρόλο που οι προηγούμενες σοβαρές κατηγορίες είχαν σκίσει λίγο το έδαφος, η διαδρομή κράταγε όσο μπορούσε πολύ ωραία κομμάτια, και είχε πολύ ωραίες εναλλαγές που μέχρι και ένα ψάρι σαν κι εμένα, όχι μόνο εκτιμούσε, αλλά ευχαριστιόταν.
Κάπως έτσι κατάλαβα γιατί φέτος είχε 90+ συμμετοχές - αν είμαι καλά και δεν μου κλέψει πάλι κανένας παπάρας την μηχανή, θέλω σίγουρα να πάω και του χρόνου αν κάνουν αγώνα.

SW - Finished, happy, over!


Τα μεθεόρτια...
Τελειώνοντας τον αγώνα, το μόνο που δεν με πόναγε, ήταν τα χέρια μου. Για την ακρίβεια, όσο πήγαινε και ζεσταινόμουν, και μάλλον αν κράταγε άλλη μισή ώρα θα τα πήγαινα ακόμα καλύτερα - κατάφερα στον τελευταίο γύρο και δεν έπεσα (γουάου λέμε). Τερματίζω - παραλίγο να συνέχιζα γιατί δεν είδα παρά τελευταία στιγμή την σημαία, οπότε και το κόβω όλο στο πλάι, και ρίχνω ένα βλέμμα ορφανού κουταβιού γύρω μου. Πού είναι η Τίμη, πού είναι ο Μίνως, πού είναι ο Στράτος, πού είναι κάποιος τέλος πάντων!?
Τελικά, η Τίμη είχε ήδη τερματίσει, καθότι μου είχε ρίξει γύρο, ο Μίνως ήταν εκεί δίπλα, ο Στράτος επίσης, απλά εγώ δεν μπορούσα να δω τίποτα με τόση λάσπη στα μούτρα.
Παρόλη την κουλαμάρα μου, είχα τερματίσει. Τελευταία μεν, αλλά δεν είχα εγκαταλείψει (που με τον πεσιμισμό που κουβαλάω όταν είμαι μόνη μου, είναι το μόνο εύκολο), δεν είχα χτυπήσει, δεν είχα μείνει εκτός αγώνα, είχα φτάσει μέχρι το τέλος, έστω και τελευταία. Χαμόγελο ευτυχίας μέχρι τα αυτιά!
Πάμε λοιπόν στο αυτοκίνητο, φορτώνουμε μηχανάκια, ντυνόμαστε σαν άνθρωποι, και κάποια στιγμή, φεύγουμε. Πρώτη στάση η πλατεία του χωριού, που για άλλη μια φορά, είδα το απογοητευτικό φαινόμενο "τρεις κι ο κούκος". Ενενήντα άτομα έτρεξαν αυτό τον αγώνα, λογικό ήταν να μην βγουν όλοι στις εξάδες της βράβευσης. Αυτοί όμως που το πάλεψαν και διακρίθηκαν και τους φώναξαν να πάρουν μετάλλιο και κύπελλο, είναι κρίμα να τους χειροκροτούν οι υπόλοιποι που βραβεύονται και όσοι ξεμείνουν από φίλους ή συγγενείς. Είναι κρίμα και ντροπή και δείχνει ασέβεια σε συναγωνιζόμενους και κατ'επέκταση, στην ατομική προσπάθεια του καθενός που σηκώθηκε κι έφυγε κι έγραψε τους όποιους κέρδισαν αυτόν τον αγώνα. Δεν ξέρω... Προέρχομαι από ένα πολύ διαφορετικό άθλημα, που στις βραβεύσεις είναι παρόντες άπαντες σχεδόν οι συμμετέχοντες και όλοι οι βραβευθέντες έχουν δικαίωμα στον γύρω του θριάμβου. Με εξαίρεση το ΜΧ, τόσο στο εντούρο όσο και στο σκραμπλ, είναι στενάχωρο να βλέπεις τόσο μεγάλη διαφορά στα άτομα που είναι στον τεχνικό έλεγχο, και στα άτομα που μένουν για να χειροκροτήσουν.
Προς υπεράσπιση βέβαια όσων δεν πήγαν στις απονομές, η αλήθεια είναι πως ρωτώντας μάθαμε κι εμείς οτι θα γινόντουσαν στο χωριό - μπορεί οι κάποιοι άλλοι να μην ήξεραν πού θα γίνουν και να έφυγαν, σκεπτόμενοι οτι μπορεί να καθυστερούσε η διαδικασία...
Εν πάση περιπτώση, εμείς κάτσαμε, κάναμε κερκίδα για όλους όσους βραβεύτηκαν, χειροκροτήσαμε όσους ξέραμε και όσους δεν ξέραμε, και ετοιμαστήκαμε να φύγουμε.
Έχοντας κατα νου οτι μας είχαν δώσει ήδη σε μένα και την Τίμη αναμνηστικό δίπλωμα για την συμμετοχή μας, δεν περίμενα κάτι περισσότερο, πλην όμως η Λέσχη μας έκανε έκπληξη, δίνοντάς μας τιμητική πλακέτα.
Η πλακέτα, με το αναμνηστικό λαστιχάκι, ένα μεταξύ γυναικών κανόνισμα...

Πολύ ευγενική χειρονομία από μέρους τους, και η αλήθεια είναι πως εκτός του οτι είναι όντως μια πανέμορφη χειροποίητη ξύλινη πλακέτα, είναι ένα ενθύμιο από έναν αγώνα που μου άφησε ίσως τις πιο όμορφες και ενθουσιώδεις αναμνήσεις. Το "ίσως" το γράφω, γιατί αγαπάω ακόμα τον αγώνα εντούρο στα Μέγαρα... Η πρώτη σου φορά, σου μένει ανεξίτηλη, πώς να το κάνουμε ;)
Έχοντας τελειώσει με τα του αγώνα, να πω εδώ οτι γενικά αγαπάω το φαγητό. Πολύ. Δεν υπάρχει περίπτωση να κάτσω να βοσκήσω μίζερα μια σαλατούλα, όταν έχω κάνει πόση ώρα μηχανάκι στο βουνό. Εντάξει, στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν έκανα ούτε μια ώρα, αλλά δεν έχει σημασία, το στομάχι μου έκανε την επανάστασή του, απαιτώντας με διάφορους ντροπιαστικούς ήχους, να γεμίσει ωσαύτως και πάραυτα.
Και όταν έχεις φίλο σεφ, τι πιο σοφό από το να ακολουθήσεις την επιλογή του σε ταβέρνα; Έτσι, καταλήξαμε στην Αρετή, όπου κάποιοι ήταν στα τελειώματα, εμείς πήραμε λίγο μάτι τι υπήρχε στο τραπέζι, και ταυτόχρονα ζητήσαμε και γνώμες για την παραγγελία μας.
Και εκεί που είχαμε ψηθεί αγρίως για αρνάκι, γιατί ήταν τόσο καλομαγειρεμένο που έλιωνε και άλλα τέτοια, μας ενημερώνει ο "μάστορας", οτι αρνάκι τέλος. Χοιρινό μόνο, ή βραστό. Εκεί σαν να σηκώθηκε μια κεραία... Τι βραστό? Βραστό γίδας μας είπε.
Αυτό ήταν, κλείδωσα στην σούπα. Αντιλαμβάνομαι οτι μπορεί να βρωμοκοπάει σε πολύ κόσμο, αλλά μιας και έχω τον καημό οτι δεν μυρίζω, τουλάχιστον το εκμεταλλεύομαι σε τέτοιες περιστάσεις. Το λοιπόν, η γίδα σε σούπα, ΓΑ ΜΑ ΓΕ κανονικά. Και από λεμόνι κομπλέ ήταν, έβαλα και λίγο πιπέρι, έκοψα και το κρέας και το έβαλα μέσα, και γενικά νομίζω, ήταν ένα από τα χάι λάιτς της ημέρας το φαγητό στο τέλος.

Girls power και χαμόγελα ευτυχίας :)


Από την άλλη βέβαια, φοβάμαι οτι και πέτρες να έτρωγα έτσι που πείναγα, το ίδιο χαρούμενη θα ήμουν. Εν πάση περιπτώσει, φάγαμε όλοι, κουσκουσάραμε μέχρι τελικής πτώσης, είχε έρθει και από το δίπλα τραπέζι ο τραυματίας Μιχάλης και είχαμε πιάσει κουβέντα με την Τίμη, και τέλος πάντων, κάποια στιγμή, φιληθήκαμε όλοι σταυρωτά, παινέψαμε το μαγαζί και το χωριό, και φύγαμε.
Στην επιστροφή, πραγματικά λυπήθηκα τον Στράτο που δεν έπιανε εύκολα το ραδιόφωνο, γιατί από την υπερένταση τον είχα τσακίσει στον μονόλογο. Εντάξει, έκανα και ερωτήσεις συνοδευόμενες από παύσεις για την περίπτωση που θα προλάβαινε να απαντήσει, αλλά νομίζω οριακά δεν τον πέθανα.
Ο οποίος, το σκυλί το μαύρο, είχε τρέξει τον αγώνα με γυρισμένο γόνατο και χτυπημένα πλευρά. Και είχε βγει έβδομος. Και μας κούφανε όλους!

Στράτος


Φτάνω αργά το βράδυ σπίτι, ξεφορτώνουμε, δένω το ψιψίνι μου, το σκεπάζω με την κουβερτούλα του, του δίνω και ένα νοερό φιλί - καθότι ήταν μες την λάσπη, και ανεβαίνω σπίτι...
Πριν και μετά...

Όπου εισπράττω την φιλικότατη ερώτηση από τους γονείς μου: "Πώς πέρασες στην βόλτα στον Ωρωπό? καλά ήτανε?"

...Αυτοί οι άνθρωποι, ώρες ώρες, απλά, δεν ξέρω τι να πω...



Την επόμενη μέρα στο γραφείο, ήμουν σαν να είχε περάσει με άγριο ποδοβολητό από πάνω μου κοπάδι ξέφρενων ιπποποτάμων. Πόναγα και μόνο που ανέπνεα. Το χαμόγελο ως τα αυτιά παραμένει ως τώρα που τα γράφω...




Τετάρτη 8 Απριλίου 2015

2ος αγώνας Scramble Νοτίου Ελλάδος - against all odds

Η ιστορία αυτού του αγώνα ξεκινάει με την παραδοχή, οτι δεν θα έπρεπε να τρέξω, για πολλούς λόγους.
Δεν ήμουν έτοιμη, δεν ήμουν προπονημένη, δεν ήμουν καν Ελλάδα μέχρι και το Σάββατο το μεσημέρι. Επιπλέον, ήμουν χτυπημένη, ολίγον άρρωστη, και μέχρι τελευταία στιγμή έτρεχα είτε από ίντερνετ όσο έλειπα, είτε με βοήθεια φίλων, όταν γύρισα, να ετοιμάσω το μηχανάκι. Και εαυτόν. Τύπου "ρε μαμάαααααα, πού είναι οι επιγονατ...άστο, πού είναι αυτά τα ασπρόμαυρα που είχα κάτω από την καρέκλα?"...
Πηγαίνοντας όμως αρκετές εβδομάδες πιο πριν, είχαμε πει τα κορίτσια μεταξύ μας οτι αυτόν τον αγώνα θα τον τρέχαμε. ΜΑΖΙ. Και με είχε πιάσει η λύσσα η κακιά να τον τρέξω. Και όποιος με έχει γνωρίσει, θα ξέρει δύο πράγματα για μένα. Πρώτον, οτι είμαι τρελό μαυρόγατο, του τύπου ο,τι μπορεί να μου πάει στραβά θα μου πάει, και δεύτερον, οτι έχω πείσμα γαϊδάρου. Ξεροκέφαλη ρε παιδί μου, πώς το λένε...

Έτσι, το ατομικό μου συννεφάκι γκαντεμιάς ξεκίνησε να "δοκιμάζει" τα "odds" από την Δευτέρα πριν τον αγώνα, που έβλεπα οτι τα λεφτά που περίμενα, δεν έμπαιναν στην τράπεζα. Ταπί και ψύχραιμη η δικιά σας, είπα οτι τέλος πάντων, αφού θα μπούνε σύντομα, το πολύ πολύ να δανειζόμουν από γονείς και όταν τα έβλεπα στην τράπεζα, θα τα επέστρεφα. Μετά, δεν σταύρωνα με τίποτα τον παθολόγο να μου υπογράψει το χαρτί οτι δύναμαι να αθλούμαι και να κολυμπώ. Την μια έλειπε, την άλλη είχε πολύ κόσμο, ε στο τέλος πήγα ανήμερα του ταξιδιού για Σερβία, πρώτη πρώτη πρωινή, και τον έβαλα να μου το γράψει.
Ξημέρωσε λοιπόν η Τρίτη που θα ταξίδευα, και οτι είχα φύγει από τον γιατρό και τσουπ ένα μπαρμπάδι, με τρακάρει από πίσω. Το αμάξι μου, σαν σκυλί μαύρο, δεν έπαθε τίποτα. Ο καημένος ο αυχένας μου όμως, την άκουσε στερεοφωνικά, και ενώ είχε αρχίσει να μου περνάει, όταν το αεροπλάνο έπιασε να προσγειώνεται και πάτησε γη και φρένα, στο κλασσικό "γκουπ" που κάνει, την ξανάκουσα. Ψυχραιμία όμως, αντιμετωπίστηκε το θέμα με καυτό μπανάκι και ύπνο, και τις επόμενες μέρες, εγώ το αγνοούσα σταθερά και αυτό εξασθένιζε σαν πόνος. Όλα καλά λοιπόν εκεί.
Εν συνεχεία, κάποια στιγμή μεταξύ ισογείου και πρώτου ορόφου, εγώ και δυο άλλες κοπελιές ξεμείναμε για κανα μισάωρο στο ασανσέρ. Δεν θα έλεγα οτι ο Σέρβος ρεσεψιονίστ είχε μεγάλη εμπειρία από απεγκλωβίσεις, μιας και ο τρόπος που αντιμετώπισε το θέμα ήταν απλά να μας τραβήξει έξω, ενώνοντας τις προσευχές του με τις δικές μας, να μην ξεκινήσει το ασανσέρ και κόψει καμιά μας στη μέση. Όπως αντιλαμβανόμαστε όλοι, το ασανσέρ δεν ξεκίνησε, αλλά τα πόδια μας ήταν την άλλη μέρα μες τις πληγές και τις μελανιές. Μια ομορφιά...
Μέχρι την Παρασκευή, ο αυχένας είχε στρώσει, οι μελανιές είχαν απλώσει και είχαν πάρει τα χρώματα του δειλινού και η δικιά σας από το άγχος για την δουλειά, σε συνδυασμό με το άγχος για τον αγώνα, έκανε κάθε μέρα 2-3 εμετούς. Σε βαθμό που με πιάσαν κάποιες και μου είπαν "συγχαρητήρια". Επειδή με πήραν για έγκυο....
Η Παρασκευή, ξημέρωσε με πονοκέφαλο, εξελίχθηκε σε πονόλαιμο, το απόγευμα υποθερμία και το βράδυ δέκατα και πυρετό. Είχα κρυώσει και αναρωτιόμουν, τι άλλο θα μπορούσε να μου πάει στραβά. Σκέφτηκα οτι αν μέχρι να γυρίσω Ελλάδα δεν μου είχαν κλέψει το μηχανάκι, τίποτε άλλο δεν θα μπορούσε να πάει στραβά - άρα θα έτρεχα. Όπως έλεγα, μουλάρι ο Αστραχάν...

Και ναι, γύρισα σπίτι, το μηχανάκι ήταν ακριβώς εκεί που έπρεπε να είναι!
Μέσα σε ένα απόγευμα, ήρθε ο Μίνος, βάλαμε τα φανταστικά αυτοκόλλητα που μου είχε φτιάξει ο Γιώργος, ήρθε και ο Ηλίας και πήγαμε το μηχανάκι για βενζίνες και αέρες, μάζεψα τα μπλιμπλίκια της μηχανής, μάζεψα τον εξοπλισμό μου (κι όταν λέω μάζεψα, εννοώ από κάθε μεριά του σπιτιού που είχε "τακτοποιηθεί"), έκανα μπάνιο, έφαγα, έβαλα ξυπνητήρι, τσέκαρα τουλάχιστον τρεις φορές οτι δεν είχα κλείσει τον ήχο, οτι δεν θα έκλεινε από μπαταρία και οτι ήταν στην σωστή ώρα, και ξάπλωσα να κοιμηθώ.

Against all odds λοιπόν, αποφάσισα οτι θα τρέξω. Και έμεινα μέχρι τις δυο τα μεσάνυχτα, με το μάτι γαρίδα από την ένταση, να κοιτάω το ταβάνι...



Μπήκα, άφησα βαλίτσα, έφτιαξα τσάντες κι έφυγα...